Του Γιωργου Παγουλατου*
Η αναζήτηση ενός ισχυρού νέου πολιτικού φορέα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μια θεωρητική ενασχόληση αργόσχολων διανοουμένων και παροπλισμένων πολιτικών. Αποτυπώνει γνήσια αγωνία για μια επόμενη μέρα, στην οποία η κοινωνία θα στέκει ακραία διαιρεμένη ανάμεσα σε τρεις κομματικούς πόλους: μια αποδυναμωμένη κεντροδεξιά, μια βολονταριστική αριστερά και μια νεοναζιστική ακροδεξιά. Γιατί αυτή θα είναι, σύμφωνα με τις παρούσες ενδείξεις, η εικόνα του πολιτικού χάρτη την επαύριο των ευρωεκλογών.
Κάποιοι ίσως και να προσβλέπουν σε αυτή την εικόνα, θεωρώντας ότι θα στείλει «ένα μήνυμα στους Ευρωπαίους» για το πού οδηγούν οι πολιτικές της λιτότητας. Ομως, το βασικό μήνυμα που θα εκπεμφθεί προς τους «Ευρωπαίους» και ανά την υφήλιο θα είναι ότι μπορούν πλέον να ξεγράψουν την Ελλάδα. Διότι στα μάτια όλων η ελληνική κοινωνία θα έχει αντιδράσει στη βαριά λιτότητα με αντανακλαστικά πολιτικής ανωριμότητας, καταφεύγοντας είτε στην αριστερή δημαγωγία των μονομερών λύσεων είτε στον φασιστικό πρωτογονισμό. Και διότι μια τέτοια πολιτική γεωγραφία θα είναι συνταγή απόλυτης μετεκλογικής ακυβερνησίας. Με κόμματα που δεν θα συνομιλούν, με την κοινωνία σε πόλεμο, χωρίς κανέναν γεφυροποιό πόλο που να λειτουργεί κατευναστικά, διαδραματίζοντας ρόλο μετριοπαθούς εταίρου σε κυβερνητικούς συνασπισμούς, συνεισφέροντας εμπειρία διακυβέρνησης, διευρύνοντας την πολιτική νομιμοποίηση. Λειτουργώντας ως άγκυρα δημοκρατικής σταθεροποίησης και ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Αυτή θα ήταν η δουλειά ενός πολιτικού φορέα μιας ευρείας «κεντροαριστεράς», όπως συνηθίσαμε να το λέμε. Η αναγκαιότητα του οποίου καθίσταται ακόμα επιτακτικότερη εάν λάβει κανείς υπόψη ότι ο συνωστισμός ψηφοφόρων στην άκρα δεξιά, στον χώρο μεταξύ μελανοχιτώνων και ψεκασμένων, θα πιέζει τη Ν.Δ. όλο και δεξιότερα, προκειμένου να συγκρατήσει τις δεξιές διαρροές της. Αρα το κενό στο κέντρο και αριστερά του κέντρου ολοένα θα διευρύνεται.
Ορισμένοι εστιάζουν την προβληματική για τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς στο ερώτημα εάν το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να έχει ρόλο σε αυτόν. Επικαλούνται τις μεγάλες διαχρονικές ευθύνες του, που μας οδήγησαν στην κρίση, το παρελθόν του εξαιτίας του οποίου ο λαός το τιμώρησε, συρρικνώνοντάς το σε μια δημοσκοπική σκιά του εαυτού του. Οι ευθύνες είναι βέβαια τεράστιες και δεδομένες, αλλά ας λύσουμε μια παρεξήγηση. Το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε για τους λάθος λόγους. Δεν τιμωρήθηκε όταν αύξανε τα εισοδήματα με δανεικά, αλλά γιατί –καθυστερημένα– επέλεξε να πει την αλήθεια ότι τα δανεικά τέλειωσαν. Δεν καταψηφίστηκε γιατί δημιούργησε το δημόσιο χρέος (το οποίο εκτόξευσε η μοιραία διακυβέρνηση Καραμανλή), αλλά γιατί του έλαχε να διαχειριστεί τις επιπτώσεις όταν αυτό έσκασε. Δεν τιμωρήθηκε όταν διόριζε, αλλά επειδή έπαψε να διορίζει. Και οι συνδικαλιστές του βαθέος ΠΑΣΟΚ μετοίκησαν στον ΣΥΡΙΖΑ, για να διεκδικούν με αξιώσεις την επανάληψη του ίδιου έργου.
Η επιδίωξη δημιουργίας ενός καθαρού και αμόλυντου από τις φθαρμένες πολιτικές δυνάμεις κεντρώου κόμματος θα ήταν λάθος, για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, διότι ένα κόμμα προσωπικοτήτων, χωρίς τη μαζική διείσδυση που μόνο οργανωμένοι κομματικοί σχηματισμοί έχουν, θα ήταν απολύτως βραχύβιο.
Δεύτερον, ο πολιτικός καθαγιασμός ενός νέου φορέα με μια τελετουργική πατροκτονία της μεταπολίτευσης και ρήξη με το παρελθόν είναι η λάθος εκκίνηση. Το παρελθόν είναι σύνθετο, πολύπλοκο, και όχι συλλήβδην καταδικαστέο. Παρελθόν είναι τα ρουσφέτια της πασοκικής κομματοκρατίας, παρελθόν και η μακροοικονομική σταθεροποίηση της περιόδου 1996-2000 που μας έβαλε στον πυρήνα της Ευρώπης. Παρελθόν ο Ακης, παρελθόν κι ο Σημίτης. Παρελθόν οι μίζες των αθλίων πολιτικών, παρελθόν και τα ΚΕΠ, οι παιδικοί σταθμοί, το ΕΣΥ, και μια σειρά πολιτικών που έκαναν τη ζωή των ανθρώπων καλύτερη και την κοινωνία δικαιότερη. Οι αμαρτίες της μεταπολίτευσης είναι γνωστές, της οφείλουμε όμως την πληρέστερη δημοκρατία και το υψηλότερο επίπεδο ευημερίας που είχε ποτέ η Ελλάδα. Η λογική της αδιακρίτως ρήξης με το παρελθόν μπορεί να εξαερώσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις και να μας αφήσει με τους έξαλλους και τους ψεκασμένους.
Ας είμαστε ρεαλιστές. Ο χώρος της κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου, του φιλοευρωπαϊσμού, του πολιτικού ορθολογισμού, πείτε τον όπως προτιμάτε, έχει τόσο συρρικνωθεί που δεν έχει την πολυτέλεια ούτε της «καθαρότητας» ούτε των αποκλεισμών. Η μόνη προοπτική που του απομένει είναι η μεγαλύτερη δυνατή ενότητα και συνεργασία όλων των επιμέρους δυνάμεων και προσώπων του χώρου, με την επιπλέον προσέλκυση νέων και άφθαρτων, σε έναν ευρύτερο και υπέρτερο συνασπισμό που θα τα συνθέτει και θα τα ξεπερνά. Πολιτικές προσωπικότητες υπάρχουν και πέραν του προσωπικού της κεντρικής σκηνής, όπως μας θυμίζουν και οι πρωτοβουλίες των 5 εκλεγμένων δημάρχων (Καμίνης, Μπουτάρης, Δημαράς, Σκοτεινιώτης και Φίλιος). Οι πολιτικές παρθενογενέσεις είναι σπάνιες, συνήθως συνιστούν τερατογενέσεις. Χειρότερες είναι εκείνες που ομνύουν στον ναρκισσισμό των ελασσόνων διαφορών. Και ο σωτήρας από το πουθενά, καβάλα στο άσπρο άλογό του, δεν πρόκειται να έρθει ποτέ.
* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Η αναζήτηση ενός ισχυρού νέου πολιτικού φορέα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μια θεωρητική ενασχόληση αργόσχολων διανοουμένων και παροπλισμένων πολιτικών. Αποτυπώνει γνήσια αγωνία για μια επόμενη μέρα, στην οποία η κοινωνία θα στέκει ακραία διαιρεμένη ανάμεσα σε τρεις κομματικούς πόλους: μια αποδυναμωμένη κεντροδεξιά, μια βολονταριστική αριστερά και μια νεοναζιστική ακροδεξιά. Γιατί αυτή θα είναι, σύμφωνα με τις παρούσες ενδείξεις, η εικόνα του πολιτικού χάρτη την επαύριο των ευρωεκλογών.
Κάποιοι ίσως και να προσβλέπουν σε αυτή την εικόνα, θεωρώντας ότι θα στείλει «ένα μήνυμα στους Ευρωπαίους» για το πού οδηγούν οι πολιτικές της λιτότητας. Ομως, το βασικό μήνυμα που θα εκπεμφθεί προς τους «Ευρωπαίους» και ανά την υφήλιο θα είναι ότι μπορούν πλέον να ξεγράψουν την Ελλάδα. Διότι στα μάτια όλων η ελληνική κοινωνία θα έχει αντιδράσει στη βαριά λιτότητα με αντανακλαστικά πολιτικής ανωριμότητας, καταφεύγοντας είτε στην αριστερή δημαγωγία των μονομερών λύσεων είτε στον φασιστικό πρωτογονισμό. Και διότι μια τέτοια πολιτική γεωγραφία θα είναι συνταγή απόλυτης μετεκλογικής ακυβερνησίας. Με κόμματα που δεν θα συνομιλούν, με την κοινωνία σε πόλεμο, χωρίς κανέναν γεφυροποιό πόλο που να λειτουργεί κατευναστικά, διαδραματίζοντας ρόλο μετριοπαθούς εταίρου σε κυβερνητικούς συνασπισμούς, συνεισφέροντας εμπειρία διακυβέρνησης, διευρύνοντας την πολιτική νομιμοποίηση. Λειτουργώντας ως άγκυρα δημοκρατικής σταθεροποίησης και ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Αυτή θα ήταν η δουλειά ενός πολιτικού φορέα μιας ευρείας «κεντροαριστεράς», όπως συνηθίσαμε να το λέμε. Η αναγκαιότητα του οποίου καθίσταται ακόμα επιτακτικότερη εάν λάβει κανείς υπόψη ότι ο συνωστισμός ψηφοφόρων στην άκρα δεξιά, στον χώρο μεταξύ μελανοχιτώνων και ψεκασμένων, θα πιέζει τη Ν.Δ. όλο και δεξιότερα, προκειμένου να συγκρατήσει τις δεξιές διαρροές της. Αρα το κενό στο κέντρο και αριστερά του κέντρου ολοένα θα διευρύνεται.
Ορισμένοι εστιάζουν την προβληματική για τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς στο ερώτημα εάν το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να έχει ρόλο σε αυτόν. Επικαλούνται τις μεγάλες διαχρονικές ευθύνες του, που μας οδήγησαν στην κρίση, το παρελθόν του εξαιτίας του οποίου ο λαός το τιμώρησε, συρρικνώνοντάς το σε μια δημοσκοπική σκιά του εαυτού του. Οι ευθύνες είναι βέβαια τεράστιες και δεδομένες, αλλά ας λύσουμε μια παρεξήγηση. Το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε για τους λάθος λόγους. Δεν τιμωρήθηκε όταν αύξανε τα εισοδήματα με δανεικά, αλλά γιατί –καθυστερημένα– επέλεξε να πει την αλήθεια ότι τα δανεικά τέλειωσαν. Δεν καταψηφίστηκε γιατί δημιούργησε το δημόσιο χρέος (το οποίο εκτόξευσε η μοιραία διακυβέρνηση Καραμανλή), αλλά γιατί του έλαχε να διαχειριστεί τις επιπτώσεις όταν αυτό έσκασε. Δεν τιμωρήθηκε όταν διόριζε, αλλά επειδή έπαψε να διορίζει. Και οι συνδικαλιστές του βαθέος ΠΑΣΟΚ μετοίκησαν στον ΣΥΡΙΖΑ, για να διεκδικούν με αξιώσεις την επανάληψη του ίδιου έργου.
Η επιδίωξη δημιουργίας ενός καθαρού και αμόλυντου από τις φθαρμένες πολιτικές δυνάμεις κεντρώου κόμματος θα ήταν λάθος, για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, διότι ένα κόμμα προσωπικοτήτων, χωρίς τη μαζική διείσδυση που μόνο οργανωμένοι κομματικοί σχηματισμοί έχουν, θα ήταν απολύτως βραχύβιο.
Δεύτερον, ο πολιτικός καθαγιασμός ενός νέου φορέα με μια τελετουργική πατροκτονία της μεταπολίτευσης και ρήξη με το παρελθόν είναι η λάθος εκκίνηση. Το παρελθόν είναι σύνθετο, πολύπλοκο, και όχι συλλήβδην καταδικαστέο. Παρελθόν είναι τα ρουσφέτια της πασοκικής κομματοκρατίας, παρελθόν και η μακροοικονομική σταθεροποίηση της περιόδου 1996-2000 που μας έβαλε στον πυρήνα της Ευρώπης. Παρελθόν ο Ακης, παρελθόν κι ο Σημίτης. Παρελθόν οι μίζες των αθλίων πολιτικών, παρελθόν και τα ΚΕΠ, οι παιδικοί σταθμοί, το ΕΣΥ, και μια σειρά πολιτικών που έκαναν τη ζωή των ανθρώπων καλύτερη και την κοινωνία δικαιότερη. Οι αμαρτίες της μεταπολίτευσης είναι γνωστές, της οφείλουμε όμως την πληρέστερη δημοκρατία και το υψηλότερο επίπεδο ευημερίας που είχε ποτέ η Ελλάδα. Η λογική της αδιακρίτως ρήξης με το παρελθόν μπορεί να εξαερώσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις και να μας αφήσει με τους έξαλλους και τους ψεκασμένους.
Ας είμαστε ρεαλιστές. Ο χώρος της κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου, του φιλοευρωπαϊσμού, του πολιτικού ορθολογισμού, πείτε τον όπως προτιμάτε, έχει τόσο συρρικνωθεί που δεν έχει την πολυτέλεια ούτε της «καθαρότητας» ούτε των αποκλεισμών. Η μόνη προοπτική που του απομένει είναι η μεγαλύτερη δυνατή ενότητα και συνεργασία όλων των επιμέρους δυνάμεων και προσώπων του χώρου, με την επιπλέον προσέλκυση νέων και άφθαρτων, σε έναν ευρύτερο και υπέρτερο συνασπισμό που θα τα συνθέτει και θα τα ξεπερνά. Πολιτικές προσωπικότητες υπάρχουν και πέραν του προσωπικού της κεντρικής σκηνής, όπως μας θυμίζουν και οι πρωτοβουλίες των 5 εκλεγμένων δημάρχων (Καμίνης, Μπουτάρης, Δημαράς, Σκοτεινιώτης και Φίλιος). Οι πολιτικές παρθενογενέσεις είναι σπάνιες, συνήθως συνιστούν τερατογενέσεις. Χειρότερες είναι εκείνες που ομνύουν στον ναρκισσισμό των ελασσόνων διαφορών. Και ο σωτήρας από το πουθενά, καβάλα στο άσπρο άλογό του, δεν πρόκειται να έρθει ποτέ.
* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.