Η Χούντα των Συνταγματαρχών, ή Δικτατορία των Συνταγματαρχών, ή απλά Χούντα αναφέρεται στην περίοδο πολιτεύματος δικτατορίας στην Ελλάδα που ακολούθησε το πραξικόπημα των Συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου 1967. Η περίοδος αυτή κράτησε για επτά χρόνια, μέχρι τις 24 Ιουλίου 1974 όταν, αδυνατώντας να χειριστεί τα εξ υπαιτιότητάς της γεγονότα της Κύπρου, προσκάλεσε τους πολιτικούς και παρέδωσε σε Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Η ημερομηνία πτώσης της......
Χούντας έχει καθιερωθεί ως ημέρα επίσημου εορτασμού της Δημοκρατίας των Ελλήνων.
Ιστορική Αναδρομή
Ιστορικό πλαίσιο
Η ελληνική δικτατορία 1967-1974 θεωρείται διεθνώς ένα ακόμα επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου, στην μάχη μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης να προσεταιριστεί έθνη που ανήκαν στην Δύση, ενισχύοντας φιλοσοβιετικές και φιλοκομμουνιστικές ομάδες, συχνά οδηγούσε σε αντίδραση απο την μεριά των Δυτικών και κυρίως των Αμερικανών που ήταν επικεφαλής του δυτικού συνασπισμού.
Στο εσωτερικό των χωρών, στις πιο βίαιες περιπτώσεις, αυτή η μάχη κατέληγε είτε σε πλήρη επικράτηση των κομμουνιστών όπως στο Βιετνάμ/Καμπότζη ή σε στρατιωτική δικτατορία των πιο ακραίων δυτικόφιλων εθνικιστών (Χιλή, Αργεντινή). Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, οι στρατιωτικοί ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν αυτό που εκλάμβαναν ως κομμουνιστικό κίνδυνο με περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών και εγκαθίδρυση δικτατοριών. Σε αυτήν την δράση τους είχαν συχνά την σιωπηρή ανοχή έως και σε μερικές περιπτώσεις ανοιχτή συμπαράσταση της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ….
Κατά τον Σάμιουελ Χάντιγκτον η ελληνική δικτατορία δεν πρέπει να αναλύεται ως ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά ως μέρος ενός παγκόσμιου παιχνιδιού, μέρος ενός κύματος δικτατοριών. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας στο βιβλίο The Third Wave, με πολλές αναφορές στην ελληνική δικτατορία και μεταπολίτευση, ο κόσμος έχει περάσει τρία κύματα αποσταθεροποίησης και δημοκρατικοποίησης[3]. Η Ελλάδα βρέθηκε στο τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού, την περίοδο του 70-80 μαζί με άλλες χώρες όπως οι προαναφερθείσες Ισπανία, Πορτογαλία αλλά και οι Βραζιλία, Παναμάς, Γρενάδα κ.ά..
Πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στο πραξικόπημα
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, άρχισε εμφύλιος πόλεμος (1945-1949) μεταξύ των κομμουνιστικών δυνάμεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του εθνικού στρατού, που είχε την άμεση υποστήριξη των Άγγλων και Αμερικανών. Με την παράδοση των όπλων απο πλευράς των κομμουνιστών, άρχισε να συντηρείται από τις ελληνικές κυβερνήσεις κλίμα τρομοκρατίας και κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τυχόν κομμουνιστική επανάσταση. Οι κυβερνήσεις του Αλέξανδρου Παπάγου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή χρησιμοποιούσαν το στρατό ως όργανο τρομοκρατίας. Επιπλέον, έως το 1961, με ευθύνη και πρωτοβουλία της κυβέρνησης Καραμανλή, δημιουργήθηκε μηχανισμός ελέγχου του Τύπου και της πληροφόρησης, με σκοπό τη στήριξη ενός ουσιαστικά αυταρχικού καθεστώτος. Ο μηχανισμός αυτό αποτελούνταν από στρατιωτικούς και έλληνες και ξένους δημοσιογράφους, οι μισθοί των οποίων καλύπτονταν από μυστικά κονδύλια της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου και Πληροφοριών (ΓΔΤΠ) και της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ). Οι αξιωματικοί που αποτελούσαν το μηχανισμό αυτό αξιοποίησαν αργότερα την εμπειρία τους επιβάλλοντας τη δικτατορία.
Μέσα στο στρατό υπήρχε παράνομη οργάνωση αξιωματικών, με το όνομα ΙΔΕΑ, που είχε πρόγραμμα πραξικοπήματος. Μέσα στον ΙΔΕΑ, δρούσε ο αξιωματικός Γεώργιος Παπαδόπουλος, ως υφιστάμενος του στρατηγού Νάτσινα. Οι μηχανισμοί αυτοί, ενεργοποιήθηκαν, ή μάλλον πήραν την εντολή να ενεργοποιηθούν, από τον Τζον Μόρι, πράκτορα της CIA στην Αθήνα, κατ΄ αρχήν για την ανατροπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, στη συνέχεια όμως με κύριο στόχο την επιβολή πραξικοπηματικής κυβέρνησης, αποτελούμενης μόνο από στρατιωτικούς.
Τον Ιούλιο του 1965 σημειώθηκε σοβαρό ρήγμα στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος Ένωση Κέντρου, γνωστό στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας με τον όρο Αποστασία του 1965 ή Ιουλιανά. Αφορμή υπήρξε η απόφαση του Γεωργίου Παπανδρέου να αντικαταστήσει τον Πέτρο Γαρουφαλιά από το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και η άρνηση του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου Β΄ να υπογράψει το σχετικό διάταγμα, αν ο διάδοχος του Γαρουφαλιά δεν απολάμβανε της απόλυτης εμπιστοσύνης του.
Ο Γ. Παπανδρέου αναγκάστηκε από τον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί στις 15 Ιουλίου 1965. Από εκείνη την ημέρα και μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου του 1966, ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να σχηματίσει κυβερνήσεις με τη συμμετοχή κατά διαστήματα 48 βουλευτών της παράταξης Ένωση Κέντρου (αποστατών) που εγκατέλειψαν τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ο όρος «Αποστασία» προήλθε από τον χαρακτηρισμό αποστάτες που αποδόθηκε στους βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που, υπό την προτροπή του επίσης βουλευτή της Ένωσης Κέντρου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη[ πήραν μέρος ή έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στις κυβερνήσεις της περιόδου αυτής. Ο Κωνσταντίνος αρχικά διόρισε πρωθυπουργό τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα με υπουργούς αποστάτες βουλευτές την Ένωσης Κέντρου. Η νέα κυβέρνηση όμως δεν είχε πλειοψηφία στην Βουλή, οπότε σχηματίστηκε άλλη κυβέρνηση υπό τον Ηλία Τσιριμώκο. Όλη η περίοδος που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου χαρακτηρίζεται γενικότερα ως περίοδος πολιτικής ανωμαλίας.
Η σύγκρουση είχε και οικονομικά αίτια: Όταν η Ένωση Κέντρου ανήλθε στην εξουσία, ο Παπανδρέου είχε επιβάλει στον εκατομμυριούχο μεγαλοεπενδυτή Τομ Πάπας την επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων για τα διυλιστήρια της ESSO (της σημερινής ΕΚΟ). «Ο Πάπας αντέδρασε και πίεζε την ελληνική κυβέρνηση, μέσω των διασυνδέσεων που είχε με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, να σταματήσει τις «σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις»… Τελικά το φθινόπωρο του 1964, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου υποχρέωσε τον Τομ Πάπας να υπογράψει νέα σύμβαση με την ESSO PAPAS, καταργώντας τα περισσότερα από τα μονοπώλια που είχε». Η CIA, η πολυεθνική Esso και το αφεντικό της δεν υποχώρησαν αλλά υπονόμευαν την κυβέρνηση Παπανδρέου, ενώ «… τη σχέση του με τη CIA παραδέχθηκε ο ίδιος ο Πάπας, σε συνέντευξη που έδωσε στο Φρέντυ Γερμανό».
Στο βιβλίο που έγραψε ο Μακάριος Δρουσιώτης, 1974, Το άγνωστο παρασκήνιο της τουρκικής εισβολής, Αλφάδι, Λευκωσία, 2002, σσ. 14-18 αναφέρει: «… ο Τομ Πάπας ήταν αυτός που συνέδραμε οικονομικά για την εξαγορά των βουλευτών που είχαν αποστατήσει από την Ένωση Κέντρου. Ο Λευτέρης Βόδενας συνεργάτης του τότε εκδότη των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη» ο οποίος είχε ενεργό συμμετοχή στην ανατροπή του Παπανδρέου, αφηγείται στο βιβλίο του Χρίστου Χριστοδούλου «Ο εκδότης Ιωάννης Βελλίδης»:
«… μια μέρα ανέβηκα στον 7ο όροφο της οδού Φιλελλήνων 1 και πήρα κάτι δέματα…. Τα πήρα από τα γραφεία της ESSΟ Πάπας που ήταν εκεί και τα κατέβασα στα γραφεία της «Μακεδονίας» που ήταν στο δεύτερο όροφο. Από κει πέρασαν κάποιοι βουλευτές και τα πήραν».
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου
Στις 21 Απριλίου του 1967 και ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές για τις 28 Μαΐου, αξιωματικοί του στρατού, υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου, και συμμετοχή του ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και του συνταγματάρχη Νικόλαου Μακαρέζου κατέλαβαν την εξουσία με πραξικόπημα.
Έχοντας εξασφαλίσει περίπου 100 τεθωρακισμένα στην περιοχή της πρωτεύουσας, οι πραξικοπηματίες κινήθηκαν τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου και κατέλαβαν αρχικά το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στη συνέχεια έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ με κωδικό Σχέδιο Προμηθεύς, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του Σοβιετικού Στρατού. Ο έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Γ. Σπαντιδάκης, αντικαταστάθηκε από τον Οδυσσέα Αγγελή. Ο Αγγελής κάνοντας χρήση του νέου του αξιώματος έδωσε εντολή στο Γ’ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη να εφαρμόσει το Σχέδιο Προμηθεύς σε όλη τη χώρα.
Η μοναδική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το πραξικόπημα ήταν από την πλευρά κυρίως του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γεωργίου Ράλλη ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για να κινητοποιήσει το Γ’ Σώμα Στρατού (Θεσσαλονίκη). Δεν πρόλαβε, αφού το σχέδιο Προμηθεύς είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να αγνοήσει το σήμα του Ράλλη.
Σχέσεις Χούντας-ΗΠΑ
Οι χουντικοί ενεπλάκησαν και στα πολιτικά των ΗΠΑ. Όπως γράφει ο Μακάριος Δρουσιώτης,στο βιβλίο του 1974, Το άγνωστο παρασκήνιο της τουρκικής εισβολής, Αλφάδι, Λευκωσία, 2002, σσ. 14-18: «Ένας εξόριστος δημοσιογράφος, ο Ηλίας Δημητρακόπουλος εξασφάλισε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η ελληνική χούντα είχε χρηματοδοτήσει μέσω του Τομ Πάπας την προεκλογική εκστρατεία του Νίξον, με 594.000 δολάρια σε μετρητά. Το ποσό, εξαιρετικά ψηλό για την εποχή εκείνη, προερχόταν από τα κονδύλια που η CIA διέθετε στην ελληνική ΚΥΠ για τις αντικομμουνιστικές της δραστηριότητες. Η χρηματοδότηση γινόταν με εντολή του Παπαδόπουλου, μέσω του διοικητή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη…. Η χρηματοδότηση της εκστρατείας του Νίξον από τη χούντα τεκμηριώθηκε το 1975, όταν συστάθηκε μια επιτροπή από το αμερικάνικο Κονγκρέσο, που ερεύνησε τις δραστηριότητες της CIA…».
Το κίνημα του Ναυτικού
Κύριο άρθρο: Κίνημα του Ναυτικού
Η αλλαγή του καθεστώτος έφερε ανησυχία στο Πολεμικό Ναυτικό, στις τάξεις του οποίου δεν υπήρχαν οργανωμένοι πυρήνες των πραξικοπηματιών. Η πρώτη αντίδραση του Ναυτικού ήταν να στηρίξουν το Αντικίνημα του Βασιλιά, δηλαδή τον φυσικό τους αρχηγό, στις 13 Δεκεμβρίου του 1967. Ακολούθησαν και άλλες δύο απόπειρες απαγωγής του Παπαδόπουλου, οι οποίες όμως απέτυχαν εξαιτίας εξωγενών παραγόντων.
Απο το 1969 άρχισε η προετοιμασία και η οργάνωση του κινήματος με κύριο πυρήνα την τάξη του 1948. Η οργάνωση εκτός από αξιωματικούς του Ναυτικού μύησε και μερικούς αξιωματικούς της Αεροπορίας αλλά και του Στρατού. Σκοπός του κινήματος ήταν η εξέγερση του λαού η οποία θα οδηγούσε στην απαλλαγή από τη Χούντα.
Την άνοιξη του 1973 όλα ήταν έτοιμα. Το κίνημα θα εκδηλωνόταν στις πρώτες ώρες της 23ης Μαΐου. Τις βραδινές ώρες της 21ης Μαΐου υπήρξαν οι πρώτες ενδείξεις ότι το κίνημα είχε προδοθεί. Οι κυβερνήτες των πλοίων δίσταζαν
να αποπλεύσουν, ακολουθώντας το σχέδιο (το οποίο ήταν περίπου γνωστό στη Χούντα). Στις 23 Μαΐου οι αξιωματικοί τίθενται υπό περιορισμό, ενώ οι πρώτες συλλήψεις δεν αργούν να γίνουν. Στις 25 Μαΐου το πολεμικό πλοίο «Βέλος» πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από την άσκηση του Ν.Α.Τ.Ο. και να καταπλεύσει στο Φιουμιτσίνο της Ιταλίας, όπου ζήτησε και πολιτικό άσυλο.Το Κίνημα του Ναυτικού, η σημαντικότερη ίσως αντίσταση μέχρι τότε, οργανώθηκε με σκοπό μόνο την απελευθέρωση του κράτους και όχι μιας απλής αντικατάστασης των δικτατόρων. Ουσιαστικά εξέφραζε τον λαό, αφού ήταν μια επανάσταση του στόλου και δεν ήταν καθοδηγούμενη από κανένα πολιτικό πρόσωπο ή συμφέρον.
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα ήταν η ανανέωση της αντίστασης, αφού από το 1971 η Χούντα είχε δώσει την αίσθηση ότι είχε εδραιωθεί και ότι όλες οι ένοπλες δυνάμεις ήταν με το μέρος της. Αυτός όμως ο μύθος καταρρίφθηκε με την εκδήλωση του κινήματος.
το εστειλε ο JIM KYM
Χούντας έχει καθιερωθεί ως ημέρα επίσημου εορτασμού της Δημοκρατίας των Ελλήνων.
Ιστορική Αναδρομή
Ιστορικό πλαίσιο
Η ελληνική δικτατορία 1967-1974 θεωρείται διεθνώς ένα ακόμα επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου, στην μάχη μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης να προσεταιριστεί έθνη που ανήκαν στην Δύση, ενισχύοντας φιλοσοβιετικές και φιλοκομμουνιστικές ομάδες, συχνά οδηγούσε σε αντίδραση απο την μεριά των Δυτικών και κυρίως των Αμερικανών που ήταν επικεφαλής του δυτικού συνασπισμού.
Στο εσωτερικό των χωρών, στις πιο βίαιες περιπτώσεις, αυτή η μάχη κατέληγε είτε σε πλήρη επικράτηση των κομμουνιστών όπως στο Βιετνάμ/Καμπότζη ή σε στρατιωτική δικτατορία των πιο ακραίων δυτικόφιλων εθνικιστών (Χιλή, Αργεντινή). Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, οι στρατιωτικοί ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν αυτό που εκλάμβαναν ως κομμουνιστικό κίνδυνο με περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών και εγκαθίδρυση δικτατοριών. Σε αυτήν την δράση τους είχαν συχνά την σιωπηρή ανοχή έως και σε μερικές περιπτώσεις ανοιχτή συμπαράσταση της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ….
Κατά τον Σάμιουελ Χάντιγκτον η ελληνική δικτατορία δεν πρέπει να αναλύεται ως ένα μεμονωμένο γεγονός αλλά ως μέρος ενός παγκόσμιου παιχνιδιού, μέρος ενός κύματος δικτατοριών. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας στο βιβλίο The Third Wave, με πολλές αναφορές στην ελληνική δικτατορία και μεταπολίτευση, ο κόσμος έχει περάσει τρία κύματα αποσταθεροποίησης και δημοκρατικοποίησης[3]. Η Ελλάδα βρέθηκε στο τρίτο κύμα εκδημοκρατισμού, την περίοδο του 70-80 μαζί με άλλες χώρες όπως οι προαναφερθείσες Ισπανία, Πορτογαλία αλλά και οι Βραζιλία, Παναμάς, Γρενάδα κ.ά..
Πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στο πραξικόπημα
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, άρχισε εμφύλιος πόλεμος (1945-1949) μεταξύ των κομμουνιστικών δυνάμεων ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του εθνικού στρατού, που είχε την άμεση υποστήριξη των Άγγλων και Αμερικανών. Με την παράδοση των όπλων απο πλευράς των κομμουνιστών, άρχισε να συντηρείται από τις ελληνικές κυβερνήσεις κλίμα τρομοκρατίας και κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τυχόν κομμουνιστική επανάσταση. Οι κυβερνήσεις του Αλέξανδρου Παπάγου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή χρησιμοποιούσαν το στρατό ως όργανο τρομοκρατίας. Επιπλέον, έως το 1961, με ευθύνη και πρωτοβουλία της κυβέρνησης Καραμανλή, δημιουργήθηκε μηχανισμός ελέγχου του Τύπου και της πληροφόρησης, με σκοπό τη στήριξη ενός ουσιαστικά αυταρχικού καθεστώτος. Ο μηχανισμός αυτό αποτελούνταν από στρατιωτικούς και έλληνες και ξένους δημοσιογράφους, οι μισθοί των οποίων καλύπτονταν από μυστικά κονδύλια της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου και Πληροφοριών (ΓΔΤΠ) και της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ). Οι αξιωματικοί που αποτελούσαν το μηχανισμό αυτό αξιοποίησαν αργότερα την εμπειρία τους επιβάλλοντας τη δικτατορία.
Μέσα στο στρατό υπήρχε παράνομη οργάνωση αξιωματικών, με το όνομα ΙΔΕΑ, που είχε πρόγραμμα πραξικοπήματος. Μέσα στον ΙΔΕΑ, δρούσε ο αξιωματικός Γεώργιος Παπαδόπουλος, ως υφιστάμενος του στρατηγού Νάτσινα. Οι μηχανισμοί αυτοί, ενεργοποιήθηκαν, ή μάλλον πήραν την εντολή να ενεργοποιηθούν, από τον Τζον Μόρι, πράκτορα της CIA στην Αθήνα, κατ΄ αρχήν για την ανατροπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, στη συνέχεια όμως με κύριο στόχο την επιβολή πραξικοπηματικής κυβέρνησης, αποτελούμενης μόνο από στρατιωτικούς.
Τον Ιούλιο του 1965 σημειώθηκε σοβαρό ρήγμα στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος Ένωση Κέντρου, γνωστό στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας με τον όρο Αποστασία του 1965 ή Ιουλιανά. Αφορμή υπήρξε η απόφαση του Γεωργίου Παπανδρέου να αντικαταστήσει τον Πέτρο Γαρουφαλιά από το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης και η άρνηση του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου Β΄ να υπογράψει το σχετικό διάταγμα, αν ο διάδοχος του Γαρουφαλιά δεν απολάμβανε της απόλυτης εμπιστοσύνης του.
Ο Γ. Παπανδρέου αναγκάστηκε από τον Κωνσταντίνο να παραιτηθεί στις 15 Ιουλίου 1965. Από εκείνη την ημέρα και μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου του 1966, ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να σχηματίσει κυβερνήσεις με τη συμμετοχή κατά διαστήματα 48 βουλευτών της παράταξης Ένωση Κέντρου (αποστατών) που εγκατέλειψαν τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ο όρος «Αποστασία» προήλθε από τον χαρακτηρισμό αποστάτες που αποδόθηκε στους βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που, υπό την προτροπή του επίσης βουλευτή της Ένωσης Κέντρου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη[ πήραν μέρος ή έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στις κυβερνήσεις της περιόδου αυτής. Ο Κωνσταντίνος αρχικά διόρισε πρωθυπουργό τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα με υπουργούς αποστάτες βουλευτές την Ένωσης Κέντρου. Η νέα κυβέρνηση όμως δεν είχε πλειοψηφία στην Βουλή, οπότε σχηματίστηκε άλλη κυβέρνηση υπό τον Ηλία Τσιριμώκο. Όλη η περίοδος που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου χαρακτηρίζεται γενικότερα ως περίοδος πολιτικής ανωμαλίας.
Η σύγκρουση είχε και οικονομικά αίτια: Όταν η Ένωση Κέντρου ανήλθε στην εξουσία, ο Παπανδρέου είχε επιβάλει στον εκατομμυριούχο μεγαλοεπενδυτή Τομ Πάπας την επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων για τα διυλιστήρια της ESSO (της σημερινής ΕΚΟ). «Ο Πάπας αντέδρασε και πίεζε την ελληνική κυβέρνηση, μέσω των διασυνδέσεων που είχε με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, να σταματήσει τις «σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις»… Τελικά το φθινόπωρο του 1964, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου υποχρέωσε τον Τομ Πάπας να υπογράψει νέα σύμβαση με την ESSO PAPAS, καταργώντας τα περισσότερα από τα μονοπώλια που είχε». Η CIA, η πολυεθνική Esso και το αφεντικό της δεν υποχώρησαν αλλά υπονόμευαν την κυβέρνηση Παπανδρέου, ενώ «… τη σχέση του με τη CIA παραδέχθηκε ο ίδιος ο Πάπας, σε συνέντευξη που έδωσε στο Φρέντυ Γερμανό».
Στο βιβλίο που έγραψε ο Μακάριος Δρουσιώτης, 1974, Το άγνωστο παρασκήνιο της τουρκικής εισβολής, Αλφάδι, Λευκωσία, 2002, σσ. 14-18 αναφέρει: «… ο Τομ Πάπας ήταν αυτός που συνέδραμε οικονομικά για την εξαγορά των βουλευτών που είχαν αποστατήσει από την Ένωση Κέντρου. Ο Λευτέρης Βόδενας συνεργάτης του τότε εκδότη των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη» ο οποίος είχε ενεργό συμμετοχή στην ανατροπή του Παπανδρέου, αφηγείται στο βιβλίο του Χρίστου Χριστοδούλου «Ο εκδότης Ιωάννης Βελλίδης»:
«… μια μέρα ανέβηκα στον 7ο όροφο της οδού Φιλελλήνων 1 και πήρα κάτι δέματα…. Τα πήρα από τα γραφεία της ESSΟ Πάπας που ήταν εκεί και τα κατέβασα στα γραφεία της «Μακεδονίας» που ήταν στο δεύτερο όροφο. Από κει πέρασαν κάποιοι βουλευτές και τα πήραν».
Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου
Στις 21 Απριλίου του 1967 και ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές για τις 28 Μαΐου, αξιωματικοί του στρατού, υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου, και συμμετοχή του ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και του συνταγματάρχη Νικόλαου Μακαρέζου κατέλαβαν την εξουσία με πραξικόπημα.
Έχοντας εξασφαλίσει περίπου 100 τεθωρακισμένα στην περιοχή της πρωτεύουσας, οι πραξικοπηματίες κινήθηκαν τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου και κατέλαβαν αρχικά το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στη συνέχεια έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ με κωδικό Σχέδιο Προμηθεύς, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του Σοβιετικού Στρατού. Ο έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Γ. Σπαντιδάκης, αντικαταστάθηκε από τον Οδυσσέα Αγγελή. Ο Αγγελής κάνοντας χρήση του νέου του αξιώματος έδωσε εντολή στο Γ’ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη να εφαρμόσει το Σχέδιο Προμηθεύς σε όλη τη χώρα.
Η μοναδική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το πραξικόπημα ήταν από την πλευρά κυρίως του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γεωργίου Ράλλη ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για να κινητοποιήσει το Γ’ Σώμα Στρατού (Θεσσαλονίκη). Δεν πρόλαβε, αφού το σχέδιο Προμηθεύς είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να αγνοήσει το σήμα του Ράλλη.
Σχέσεις Χούντας-ΗΠΑ
Οι χουντικοί ενεπλάκησαν και στα πολιτικά των ΗΠΑ. Όπως γράφει ο Μακάριος Δρουσιώτης,στο βιβλίο του 1974, Το άγνωστο παρασκήνιο της τουρκικής εισβολής, Αλφάδι, Λευκωσία, 2002, σσ. 14-18: «Ένας εξόριστος δημοσιογράφος, ο Ηλίας Δημητρακόπουλος εξασφάλισε στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η ελληνική χούντα είχε χρηματοδοτήσει μέσω του Τομ Πάπας την προεκλογική εκστρατεία του Νίξον, με 594.000 δολάρια σε μετρητά. Το ποσό, εξαιρετικά ψηλό για την εποχή εκείνη, προερχόταν από τα κονδύλια που η CIA διέθετε στην ελληνική ΚΥΠ για τις αντικομμουνιστικές της δραστηριότητες. Η χρηματοδότηση γινόταν με εντολή του Παπαδόπουλου, μέσω του διοικητή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη…. Η χρηματοδότηση της εκστρατείας του Νίξον από τη χούντα τεκμηριώθηκε το 1975, όταν συστάθηκε μια επιτροπή από το αμερικάνικο Κονγκρέσο, που ερεύνησε τις δραστηριότητες της CIA…».
Το κίνημα του Ναυτικού
Κύριο άρθρο: Κίνημα του Ναυτικού
Η αλλαγή του καθεστώτος έφερε ανησυχία στο Πολεμικό Ναυτικό, στις τάξεις του οποίου δεν υπήρχαν οργανωμένοι πυρήνες των πραξικοπηματιών. Η πρώτη αντίδραση του Ναυτικού ήταν να στηρίξουν το Αντικίνημα του Βασιλιά, δηλαδή τον φυσικό τους αρχηγό, στις 13 Δεκεμβρίου του 1967. Ακολούθησαν και άλλες δύο απόπειρες απαγωγής του Παπαδόπουλου, οι οποίες όμως απέτυχαν εξαιτίας εξωγενών παραγόντων.
Απο το 1969 άρχισε η προετοιμασία και η οργάνωση του κινήματος με κύριο πυρήνα την τάξη του 1948. Η οργάνωση εκτός από αξιωματικούς του Ναυτικού μύησε και μερικούς αξιωματικούς της Αεροπορίας αλλά και του Στρατού. Σκοπός του κινήματος ήταν η εξέγερση του λαού η οποία θα οδηγούσε στην απαλλαγή από τη Χούντα.
Την άνοιξη του 1973 όλα ήταν έτοιμα. Το κίνημα θα εκδηλωνόταν στις πρώτες ώρες της 23ης Μαΐου. Τις βραδινές ώρες της 21ης Μαΐου υπήρξαν οι πρώτες ενδείξεις ότι το κίνημα είχε προδοθεί. Οι κυβερνήτες των πλοίων δίσταζαν
να αποπλεύσουν, ακολουθώντας το σχέδιο (το οποίο ήταν περίπου γνωστό στη Χούντα). Στις 23 Μαΐου οι αξιωματικοί τίθενται υπό περιορισμό, ενώ οι πρώτες συλλήψεις δεν αργούν να γίνουν. Στις 25 Μαΐου το πολεμικό πλοίο «Βέλος» πήρε την απόφαση να αποχωρήσει από την άσκηση του Ν.Α.Τ.Ο. και να καταπλεύσει στο Φιουμιτσίνο της Ιταλίας, όπου ζήτησε και πολιτικό άσυλο.Το Κίνημα του Ναυτικού, η σημαντικότερη ίσως αντίσταση μέχρι τότε, οργανώθηκε με σκοπό μόνο την απελευθέρωση του κράτους και όχι μιας απλής αντικατάστασης των δικτατόρων. Ουσιαστικά εξέφραζε τον λαό, αφού ήταν μια επανάσταση του στόλου και δεν ήταν καθοδηγούμενη από κανένα πολιτικό πρόσωπο ή συμφέρον.
Το σημαντικότερο αποτέλεσμα ήταν η ανανέωση της αντίστασης, αφού από το 1971 η Χούντα είχε δώσει την αίσθηση ότι είχε εδραιωθεί και ότι όλες οι ένοπλες δυνάμεις ήταν με το μέρος της. Αυτός όμως ο μύθος καταρρίφθηκε με την εκδήλωση του κινήματος.
το εστειλε ο JIM KYM
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.