Όταν, την άνοιξη του 2010, η «Ανανεωτική Πτέρυγα» απεχώρησε από τον Συνασπισμό και προανήγγειλε μία νέα κίνηση, η πρόσκληση που απηύθυνε στην ελληνική κοινωνία βρήκε εντυπωσιακή απήχηση. Εκατοντάδες άνθρωποι που -μολονότι έντονα πολιτικοποιημένοι- δεν θα τους πέρναγε έως τότε καν απ’ το μυαλό να διαβούν το κατώφλι του οποιουδήποτε κόμματος, προσήλθαν με ενθουσιασμό στις προϊδρυτικές συναντήσεις.
Ο λόγος ήταν -πιστεύω- διττός: Η Ελλάδα, αφ’ ενός, είχε ήδη μπει σε μια βαθιά κρίση που δεν επέτρεπε σε κανέναν στοιχειωδώς ευαίσθητο κι υπεύθυνο πολίτη να κρατηθεί σε απόσταση από τα κοινά, να συνεχίσει να ζει μες στο μικρόκοσμό του. Μια μερίδα, αφ’ ετέρου, της Αριστεράς έμοιαζε να έχει δια πυρός και σιδήρου ωριμάσει. Φαινόταν πλέον έτοιμη να ξεπεράσει όλες τις ευκολίες και αγκυλώσεις του παρελθόντος της. Να αποκηρύξει έμπρακτα τη γραφειοκρατία και τον κρατικισμό. Να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα του 21ου αιώνα, δίχως να βολεύεται με προκάτ, παρωχημένες απαντήσεις. Να βάλει -πάνω απ’ όλα- τα χέρια της στη φωτιά, να συμμετάσχει στο παιχνίδι, να πάψει να αρκείται στο ρόλο του αενάως διαμαρτυρόμενου, ο οποίος διεκδικεί τα πάντα χωρίς να διακινδυνεύει τίποτα.
Έτσι ιδρύθηκε η Δημοκρατική Αριστερά.
Θυμάμαι τους πρώτους της μήνες σαν έναν διαρκή οργασμό ιδεών. Σαν μια αλληλοδιαδοχή δημιουργικών συγκρούσεων. Οι φρέσκοι στην πολιτική έφερναν τον παλμό της κοινωνίας, δεν δίσταζαν να υποστηρίξουν τις πιο ρηξικέλευθες απόψεις. Και οι παλιές ωστόσο καραβάνες έδειχναν ανοιχτές σχεδόν στα πάντα. Εφόσον είχαν βρει τη δύναμη να απογαλακτισθούν από τον Σύριζα, θα ήταν κρίμα -το ένιωθαν- να μείνει το βήμα τους μετέωρο. Ακόμα και ο Φώτης Κουβέλης έτεινε τότε ευήκοον ους σε όσους του λέγαμε πως δεν αρκεί η απόρριψη του μνημονίου, απαιτείται και η εκπόνηση ενός πειστικού εναλλακτικού σχεδίου για τη χώρα. Ότι δεν φτάνουν τα ευχολόγια περί κοινωνικής αλληλεγγύης, επείγει και η συγκρότηση κοινωνικών δικτύων, για να στηρίξουν με συγκεκριμένες δράσεις όσους κατρακυλούσαν προς τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Εγώ του είχα θυμίσει την Εθνική Αλληλεγγύη, οργάνωση θυγατρική του ΕΑΜ, που είχε σώσει επί Κατοχής τον κόσμο από την πείνα. Την ανάγκη -φευ- των καιρών τη συνειδητοποίησε πρώτη η Χρυσή Αυγή και την εκμεταλλεύτηκε κατά τον γνωστό, ειδεχθή τρόπο…
Όταν εξελέγησαν δήμαρχοι ο Καμίνης και ο Μπουτάρης, η Δημοκρατική Αριστερά -και με το δίκιο της- αγαλλίασε. Όχι απλώς είχε στηρίξει, μα είχε αποτελέσει και τον καταλύτη στις υποψηφιότητές τους.
Οι εξελίξεις όμως στην Ελλάδα επιταχύνονταν, το κλίμα βάραινε βδομάδα με τη βδομάδα. Το καλοκαίρι του 2011, ψηφίστηκε το δεύτερο μνημόνιο. Στις 28 Οκτωβρίου, οι αγανακτισμένοι της πάνω και της κάτω πλατείας διέλυσαν με γιαούρτια και κρεμάλες τις παρελάσεις. Λίγο αργότερα ο Γιώργος Παπανδρέου εκθρονίστηκε και το Πασόκ συνέπραξε για πρώτη φορά με τη Νέα Δημοκρατία στηρίζοντας την κυβέρνηση Παπαδήμου. Θυμάμαι, ώρες μόλις προτού ανακοινωθεί το διάδοχο του ΓΑΠ κυβερνητικό σχήμα, τον Φώτη Κουβέλη να μας διαβεβαιώνει ότι ο Λουκάς Παπαδήμος δεν υπάρχει περίπτωση να επιλεγεί ως πρωθυπουργός. Όταν, την επομένη, στην Κεντρική Επιτροπή της Δημοκρατικής Αριστεράς κάποιοι προτείναμε να παράσχει το κόμμα μας ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ώστε να οδηγηθεί η χώρα ομαλά προς τις εκλογές, ο Φώτης Κουβέλης διέρρηξε τα ιμάτιά του και μας προειδοποίησε ότι -σε κάθε περίπτωση- ο ίδιος, ως βουλευτής, θα καταδίκαζε τη συμμαχία ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ.
Ήταν, στα τέλη του 2011, ηλίου φαεινότερον πως το ΠΑΣΟΚ διαλυόταν. «Βρέχει Πασόκους!» κραύγαζαν ηδονικά τα επαγγελματικά στελέχη της Δημοκρατικής Αριστεράς και έσπευδαν να υποδεχθούν όποιον σχεδόν τους χτυπούσε την πόρτα, με πιο εξωφρενική περίπτωση τον βουλευτή Ηρακλείου κύριο Μιχελογιαννάκη, γνωστό από την -αντάξια ενός Μποστ- φράση: «Ανδρός πεσούσης πας ανήρ ανδρεύεται». (Είναι χαρακτηριστικό πως όλες σχεδόν οι «χρυσές» μεταγραφές της Δημοκρατικής Αριστεράς από το ΠΑΣΟΚ, πολύ σύντομα την εγκατέλειψαν αναζητώντας στέγη στον Σύριζα).
Διατελούσα, εκείνο τον καιρό, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς. Είχα εκλεγεί εκτός γραμμής Κουβέλη. Σε κάθε συνεδρίαση πειθόμουν για το μάταιο του πράγματος. Οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονταν κάπου αλλού -σε πρωινούς καφέδες των εμπίστων του προέδρου- και έρχονταν σε εμάς απλώς για έγκριση. Η εσωκομματική αντιπολίτευση εξέφραζε τις αντιρρήσεις της, καταψηφιζόταν και όλοι μαζί καταλήγαμε για μεζέδες σε ένα γειτονικό βουλγάρικο εστιατόριο. Αραίωσα σταδιακά τις παρουσίες μου και εν τέλει παραιτήθηκα από την Εκτελεστική Επιτροπή. Αρνήθηκα επίσης να συμπεριληφθώ στα ψηφοδέλτια - δεν θα παροπλιζόμουν ποτέ ως συγγραφέας για να γίνω βουλευτής. Σε όσους με κατακρίνουν σαν ρίψασπι, θα απαντήσω πως απαιτείται τεράστια υπομονή και επιμονή για να αντιμετωπίσεις ανθρώπους που έχουν επενδύσει τα πάντα στο κόμμα. Που πηγαίνουν στις οχτώ το πρωί και μένουν μέχρι τα μεσάνυχτα. Που βιοπορίζονται, ονειρεύονται και ερωτεύονται ακόμα εκεί μέσα…
Στις εκλογές του Μαΐου του 2012, η Δημοκρατική Αριστερά πέτυχε το αξιοπρεπέστατο ποσοστό του 6,1%. Το αποτέλεσμα αναμφισβήτητα πιστώνεται στον Φώτη Κουβέλη - η ηρεμία και η σοβαρότητα που εξέπεμπε στάθηκαν πόλος έλξης για τους ψηφοφόρους. Με την πανωλεθρία τόσο του ΠΑΣΟΚ -που κατρακύλησε στο 13%- όσο και της Νέας Δημοκρατίας -που βρέθηκε στο 19%- το πολιτικό τοπίο έγινε κινούμενη άμμος. Ο Φώτης Κουβέλης είχε τότε μια ιστορική ευκαιρία: Να συμπράξει σε ένα τρικομματικό σχήμα με τον ίδιον στη θέση του πρωθυπουργού και την κυβέρνηση να εξαρτάται από την κοινοβουλευτική στήριξη της Δημοκρατικής Αριστεράς. Δεν το έπραξε. Οδηγηθήκαμε σε νέες εκλογές, τον Ιούνιο, για να σχηματιστεί εν τέλει μια κυβέρνηση των τριών κομμάτων υπό τον Αντώνη Σαμαρά.
Προσδοκούσαμε -πιστεύω- όλοι, ότι η Δημοκρατική Αριστερά θα έβαζε τη σφραγίδα της στην κυβέρνηση Σαμαρά προτείνοντας εναλλακτικές -και κοινωνικά δικαιότερες- λύσεις, μοιράζοντας το κόστος της κρίσης και των μνημονίων με κριτήρια διαφορετικά από της Νέας Δημοκρατίας. Υπερασπιζόμενη -αν μη τι άλλο- τομείς όπου η Ανανεωτική Αριστερά διαθέτει κατά παράδοσιν ηγεμονική παρουσία, τον τομέα του Πολιτισμού συγκεκριμένα. Δεν το έπραξε.
Δεν ξέρω τι συνέβαινε κεκλεισμένων των θυρών. Ο απλός όμως πολίτης βαρέθηκε κατά το τελευταίο έτος να ακούει τη Δημοκρατική Αριστερά να εκφράζει αντιρρήσεις, διαφωνίες, ενστάσεις και έτερον ουδέν. Να ορθώνει μοναχά στα λόγια το ανάστημά της, για τα μάτια -θαρρείς- του κόσμου, σάμπως ο κόσμος είναι τόσο αφελής… Και στον Πολιτισμό ακόμα, η παρουσία της στην κυβέρνηση δεν βοήθησε σε τίποτα. Ούτε την υποβάθμιση του υπουργείου σε υφυπουργείο μπόρεσε να σταματήσει, ούτε την κατάργηση του ΕΚΕΒΙ, ούτε τις τραγελαφικές επιλογές στο Εθνικό Θέατρο και στο ΚΘΒΕ.
Η ιστορία με την ΕΡΤ δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Εφόσον ο αρμόδιος υπουργός -εκ της Δημοκρατικής Αριστεράς ορμώμενος- δεν είχε καταφέρει επί τόσους μήνες να εντοπίσει από το σύνολο του Δημοσίου τους υπαλλήλους εκείνους που η απομάκρυνσή τους θα σήμαινε εξορθολογισμό και όχι αυταρχισμό, αναμενόμενο ήταν όταν θα έφτανε ο κόμπος στο χτένι, ο Αντώνης Σαμαράς να επιχειρήσει χειρουργική επέμβαση με τσεκούρι.
Πιάστηκε η Δημοκρατική Αριστερά εξ’ απίνης; Είχε ενημερωθεί προκαταβολικά ο Κουβέλης από τον Σαμαρά, δεν πίστευε όμως ότι ο πρωθυπουργός εννοούσε εκείνο που έλεγε; Ό,τι κι αν έγινε, η ηγεσία της Δημοκρατικής παλινώδησε επί δέκα και πλέον μέρες, με τον Φώτη Κουβέλη να μιλάει πότε για δημόσια ραδιοτηλεόραση και πότε για ΕΡΤ Α.Ε., με το ενδεχόμενο των εκλογών πότε να πλησιάζει και πότε να εξορκίζεται… Ώσπου πραγματοποίησε το βράδυ της Πέμπτης ηρωική έξοδο. Δεν θέλω ούτε να σκεφτώ ότι η ηρωική έξοδος της Δημοκρατικής Αριστεράς αποφασίστηκε αφού είχε πρώτα προεξοφληθεί πως το ΠΑΣΟΚ θα συνέχιζε να στηρίζει την κυβέρνηση και δεν θα καταλήγαμε έτσι στις κάλπες…
Κατά τη γνώμη μου η Δημοκρατική Αριστερά διέπραξε μοιραίο λάθος. Υιοθετώντας τη γραμμή «ψήφος ανοχής κατά περίπτωσιν» -«και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ», σε απλά ελληνικά- επιφυλάσσει για τον εαυτό της τον ρόλο του μπαλαντέρ. Μονάχα που για να είσαι μπαλαντέρ πρέπει και να υπάρχεις. Κι εγώ, όσο κι αν προσπαθώ, δεν βρίσκω ικανούς λόγους για να εξακολουθήσει η Δημοκρατική Αριστερά να υπάρχει κοινοβουλευτικά και μετά τις επόμενες εκλογές. Δεν βλέπω δηλαδή ποιο θα είναι εκείνο το 3% των ψηφοφόρων που θα την προτιμήσει και με ποιο ακριβώς σκεπτικό…
Η αυτοχειρία που μοιάζει να επιλέγει για τον εαυτό της η Δημοκρατική Αριστερά είναι εξαιρετικά λυπηρή. Επ’ ουδενί όμως σημαίνει ότι οι άνθρωποι που συγκινήθηκαν από το κάλεσμά της και πύκνωσαν τον πρώτο καιρό τις γραμμές της -ακόμα δε κι εκείνοι που βρίζοντας μέσα από τα δόντια τους παραμένουν μέλη της- θα ξανακλειστούν στα καβούκια τους.
Το αίτημα για μια Κεντροαριστερά, για μια καινούργια Σοσιαλδημοκρατία με πνοή μεγάλης παράταξης -που δεν θα ποδηγετείται από φθαρμένες ηγεσίες, που δεν θα αγκυλώνεται από γραφειοκράτες καριέρας και από ευκαιριακούς ζογκλέρ- καθίσταται ολοένα και πιο επίκαιρο. Όποιοι τολμήσουν να το εκφράσουν, θα έχουν βάλει ένα σπουδαίο ιστορικό στοίχημα. Ένα στοίχημα που δεν μπορεί, σε βάθος χρόνου, παρά να κερδηθεί.
Χ.ΧΩΜΕΝΙΔΗΣ
Ο λόγος ήταν -πιστεύω- διττός: Η Ελλάδα, αφ’ ενός, είχε ήδη μπει σε μια βαθιά κρίση που δεν επέτρεπε σε κανέναν στοιχειωδώς ευαίσθητο κι υπεύθυνο πολίτη να κρατηθεί σε απόσταση από τα κοινά, να συνεχίσει να ζει μες στο μικρόκοσμό του. Μια μερίδα, αφ’ ετέρου, της Αριστεράς έμοιαζε να έχει δια πυρός και σιδήρου ωριμάσει. Φαινόταν πλέον έτοιμη να ξεπεράσει όλες τις ευκολίες και αγκυλώσεις του παρελθόντος της. Να αποκηρύξει έμπρακτα τη γραφειοκρατία και τον κρατικισμό. Να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα του 21ου αιώνα, δίχως να βολεύεται με προκάτ, παρωχημένες απαντήσεις. Να βάλει -πάνω απ’ όλα- τα χέρια της στη φωτιά, να συμμετάσχει στο παιχνίδι, να πάψει να αρκείται στο ρόλο του αενάως διαμαρτυρόμενου, ο οποίος διεκδικεί τα πάντα χωρίς να διακινδυνεύει τίποτα.
Έτσι ιδρύθηκε η Δημοκρατική Αριστερά.
Θυμάμαι τους πρώτους της μήνες σαν έναν διαρκή οργασμό ιδεών. Σαν μια αλληλοδιαδοχή δημιουργικών συγκρούσεων. Οι φρέσκοι στην πολιτική έφερναν τον παλμό της κοινωνίας, δεν δίσταζαν να υποστηρίξουν τις πιο ρηξικέλευθες απόψεις. Και οι παλιές ωστόσο καραβάνες έδειχναν ανοιχτές σχεδόν στα πάντα. Εφόσον είχαν βρει τη δύναμη να απογαλακτισθούν από τον Σύριζα, θα ήταν κρίμα -το ένιωθαν- να μείνει το βήμα τους μετέωρο. Ακόμα και ο Φώτης Κουβέλης έτεινε τότε ευήκοον ους σε όσους του λέγαμε πως δεν αρκεί η απόρριψη του μνημονίου, απαιτείται και η εκπόνηση ενός πειστικού εναλλακτικού σχεδίου για τη χώρα. Ότι δεν φτάνουν τα ευχολόγια περί κοινωνικής αλληλεγγύης, επείγει και η συγκρότηση κοινωνικών δικτύων, για να στηρίξουν με συγκεκριμένες δράσεις όσους κατρακυλούσαν προς τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Εγώ του είχα θυμίσει την Εθνική Αλληλεγγύη, οργάνωση θυγατρική του ΕΑΜ, που είχε σώσει επί Κατοχής τον κόσμο από την πείνα. Την ανάγκη -φευ- των καιρών τη συνειδητοποίησε πρώτη η Χρυσή Αυγή και την εκμεταλλεύτηκε κατά τον γνωστό, ειδεχθή τρόπο…
Όταν εξελέγησαν δήμαρχοι ο Καμίνης και ο Μπουτάρης, η Δημοκρατική Αριστερά -και με το δίκιο της- αγαλλίασε. Όχι απλώς είχε στηρίξει, μα είχε αποτελέσει και τον καταλύτη στις υποψηφιότητές τους.
Οι εξελίξεις όμως στην Ελλάδα επιταχύνονταν, το κλίμα βάραινε βδομάδα με τη βδομάδα. Το καλοκαίρι του 2011, ψηφίστηκε το δεύτερο μνημόνιο. Στις 28 Οκτωβρίου, οι αγανακτισμένοι της πάνω και της κάτω πλατείας διέλυσαν με γιαούρτια και κρεμάλες τις παρελάσεις. Λίγο αργότερα ο Γιώργος Παπανδρέου εκθρονίστηκε και το Πασόκ συνέπραξε για πρώτη φορά με τη Νέα Δημοκρατία στηρίζοντας την κυβέρνηση Παπαδήμου. Θυμάμαι, ώρες μόλις προτού ανακοινωθεί το διάδοχο του ΓΑΠ κυβερνητικό σχήμα, τον Φώτη Κουβέλη να μας διαβεβαιώνει ότι ο Λουκάς Παπαδήμος δεν υπάρχει περίπτωση να επιλεγεί ως πρωθυπουργός. Όταν, την επομένη, στην Κεντρική Επιτροπή της Δημοκρατικής Αριστεράς κάποιοι προτείναμε να παράσχει το κόμμα μας ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ώστε να οδηγηθεί η χώρα ομαλά προς τις εκλογές, ο Φώτης Κουβέλης διέρρηξε τα ιμάτιά του και μας προειδοποίησε ότι -σε κάθε περίπτωση- ο ίδιος, ως βουλευτής, θα καταδίκαζε τη συμμαχία ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ.
Ήταν, στα τέλη του 2011, ηλίου φαεινότερον πως το ΠΑΣΟΚ διαλυόταν. «Βρέχει Πασόκους!» κραύγαζαν ηδονικά τα επαγγελματικά στελέχη της Δημοκρατικής Αριστεράς και έσπευδαν να υποδεχθούν όποιον σχεδόν τους χτυπούσε την πόρτα, με πιο εξωφρενική περίπτωση τον βουλευτή Ηρακλείου κύριο Μιχελογιαννάκη, γνωστό από την -αντάξια ενός Μποστ- φράση: «Ανδρός πεσούσης πας ανήρ ανδρεύεται». (Είναι χαρακτηριστικό πως όλες σχεδόν οι «χρυσές» μεταγραφές της Δημοκρατικής Αριστεράς από το ΠΑΣΟΚ, πολύ σύντομα την εγκατέλειψαν αναζητώντας στέγη στον Σύριζα).
Διατελούσα, εκείνο τον καιρό, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς. Είχα εκλεγεί εκτός γραμμής Κουβέλη. Σε κάθε συνεδρίαση πειθόμουν για το μάταιο του πράγματος. Οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονταν κάπου αλλού -σε πρωινούς καφέδες των εμπίστων του προέδρου- και έρχονταν σε εμάς απλώς για έγκριση. Η εσωκομματική αντιπολίτευση εξέφραζε τις αντιρρήσεις της, καταψηφιζόταν και όλοι μαζί καταλήγαμε για μεζέδες σε ένα γειτονικό βουλγάρικο εστιατόριο. Αραίωσα σταδιακά τις παρουσίες μου και εν τέλει παραιτήθηκα από την Εκτελεστική Επιτροπή. Αρνήθηκα επίσης να συμπεριληφθώ στα ψηφοδέλτια - δεν θα παροπλιζόμουν ποτέ ως συγγραφέας για να γίνω βουλευτής. Σε όσους με κατακρίνουν σαν ρίψασπι, θα απαντήσω πως απαιτείται τεράστια υπομονή και επιμονή για να αντιμετωπίσεις ανθρώπους που έχουν επενδύσει τα πάντα στο κόμμα. Που πηγαίνουν στις οχτώ το πρωί και μένουν μέχρι τα μεσάνυχτα. Που βιοπορίζονται, ονειρεύονται και ερωτεύονται ακόμα εκεί μέσα…
Στις εκλογές του Μαΐου του 2012, η Δημοκρατική Αριστερά πέτυχε το αξιοπρεπέστατο ποσοστό του 6,1%. Το αποτέλεσμα αναμφισβήτητα πιστώνεται στον Φώτη Κουβέλη - η ηρεμία και η σοβαρότητα που εξέπεμπε στάθηκαν πόλος έλξης για τους ψηφοφόρους. Με την πανωλεθρία τόσο του ΠΑΣΟΚ -που κατρακύλησε στο 13%- όσο και της Νέας Δημοκρατίας -που βρέθηκε στο 19%- το πολιτικό τοπίο έγινε κινούμενη άμμος. Ο Φώτης Κουβέλης είχε τότε μια ιστορική ευκαιρία: Να συμπράξει σε ένα τρικομματικό σχήμα με τον ίδιον στη θέση του πρωθυπουργού και την κυβέρνηση να εξαρτάται από την κοινοβουλευτική στήριξη της Δημοκρατικής Αριστεράς. Δεν το έπραξε. Οδηγηθήκαμε σε νέες εκλογές, τον Ιούνιο, για να σχηματιστεί εν τέλει μια κυβέρνηση των τριών κομμάτων υπό τον Αντώνη Σαμαρά.
Προσδοκούσαμε -πιστεύω- όλοι, ότι η Δημοκρατική Αριστερά θα έβαζε τη σφραγίδα της στην κυβέρνηση Σαμαρά προτείνοντας εναλλακτικές -και κοινωνικά δικαιότερες- λύσεις, μοιράζοντας το κόστος της κρίσης και των μνημονίων με κριτήρια διαφορετικά από της Νέας Δημοκρατίας. Υπερασπιζόμενη -αν μη τι άλλο- τομείς όπου η Ανανεωτική Αριστερά διαθέτει κατά παράδοσιν ηγεμονική παρουσία, τον τομέα του Πολιτισμού συγκεκριμένα. Δεν το έπραξε.
Δεν ξέρω τι συνέβαινε κεκλεισμένων των θυρών. Ο απλός όμως πολίτης βαρέθηκε κατά το τελευταίο έτος να ακούει τη Δημοκρατική Αριστερά να εκφράζει αντιρρήσεις, διαφωνίες, ενστάσεις και έτερον ουδέν. Να ορθώνει μοναχά στα λόγια το ανάστημά της, για τα μάτια -θαρρείς- του κόσμου, σάμπως ο κόσμος είναι τόσο αφελής… Και στον Πολιτισμό ακόμα, η παρουσία της στην κυβέρνηση δεν βοήθησε σε τίποτα. Ούτε την υποβάθμιση του υπουργείου σε υφυπουργείο μπόρεσε να σταματήσει, ούτε την κατάργηση του ΕΚΕΒΙ, ούτε τις τραγελαφικές επιλογές στο Εθνικό Θέατρο και στο ΚΘΒΕ.
Η ιστορία με την ΕΡΤ δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Εφόσον ο αρμόδιος υπουργός -εκ της Δημοκρατικής Αριστεράς ορμώμενος- δεν είχε καταφέρει επί τόσους μήνες να εντοπίσει από το σύνολο του Δημοσίου τους υπαλλήλους εκείνους που η απομάκρυνσή τους θα σήμαινε εξορθολογισμό και όχι αυταρχισμό, αναμενόμενο ήταν όταν θα έφτανε ο κόμπος στο χτένι, ο Αντώνης Σαμαράς να επιχειρήσει χειρουργική επέμβαση με τσεκούρι.
Πιάστηκε η Δημοκρατική Αριστερά εξ’ απίνης; Είχε ενημερωθεί προκαταβολικά ο Κουβέλης από τον Σαμαρά, δεν πίστευε όμως ότι ο πρωθυπουργός εννοούσε εκείνο που έλεγε; Ό,τι κι αν έγινε, η ηγεσία της Δημοκρατικής παλινώδησε επί δέκα και πλέον μέρες, με τον Φώτη Κουβέλη να μιλάει πότε για δημόσια ραδιοτηλεόραση και πότε για ΕΡΤ Α.Ε., με το ενδεχόμενο των εκλογών πότε να πλησιάζει και πότε να εξορκίζεται… Ώσπου πραγματοποίησε το βράδυ της Πέμπτης ηρωική έξοδο. Δεν θέλω ούτε να σκεφτώ ότι η ηρωική έξοδος της Δημοκρατικής Αριστεράς αποφασίστηκε αφού είχε πρώτα προεξοφληθεί πως το ΠΑΣΟΚ θα συνέχιζε να στηρίζει την κυβέρνηση και δεν θα καταλήγαμε έτσι στις κάλπες…
Κατά τη γνώμη μου η Δημοκρατική Αριστερά διέπραξε μοιραίο λάθος. Υιοθετώντας τη γραμμή «ψήφος ανοχής κατά περίπτωσιν» -«και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ», σε απλά ελληνικά- επιφυλάσσει για τον εαυτό της τον ρόλο του μπαλαντέρ. Μονάχα που για να είσαι μπαλαντέρ πρέπει και να υπάρχεις. Κι εγώ, όσο κι αν προσπαθώ, δεν βρίσκω ικανούς λόγους για να εξακολουθήσει η Δημοκρατική Αριστερά να υπάρχει κοινοβουλευτικά και μετά τις επόμενες εκλογές. Δεν βλέπω δηλαδή ποιο θα είναι εκείνο το 3% των ψηφοφόρων που θα την προτιμήσει και με ποιο ακριβώς σκεπτικό…
Η αυτοχειρία που μοιάζει να επιλέγει για τον εαυτό της η Δημοκρατική Αριστερά είναι εξαιρετικά λυπηρή. Επ’ ουδενί όμως σημαίνει ότι οι άνθρωποι που συγκινήθηκαν από το κάλεσμά της και πύκνωσαν τον πρώτο καιρό τις γραμμές της -ακόμα δε κι εκείνοι που βρίζοντας μέσα από τα δόντια τους παραμένουν μέλη της- θα ξανακλειστούν στα καβούκια τους.
Το αίτημα για μια Κεντροαριστερά, για μια καινούργια Σοσιαλδημοκρατία με πνοή μεγάλης παράταξης -που δεν θα ποδηγετείται από φθαρμένες ηγεσίες, που δεν θα αγκυλώνεται από γραφειοκράτες καριέρας και από ευκαιριακούς ζογκλέρ- καθίσταται ολοένα και πιο επίκαιρο. Όποιοι τολμήσουν να το εκφράσουν, θα έχουν βάλει ένα σπουδαίο ιστορικό στοίχημα. Ένα στοίχημα που δεν μπορεί, σε βάθος χρόνου, παρά να κερδηθεί.
Χ.ΧΩΜΕΝΙΔΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.