Με την εσωτερική πτώχευση, αυτό που στο εξωτερικό αποκαλούν Graccident και έχει προς το παρόν αντικαταστήσει το Grexit, φλερτάρει η κυβέρνηση, καθώς χάνει χρόνο διεκδικώντας χρηματοδότηση που οι πιστωτές δεν είναι διατεθειμένοι να της δώσουν χωρίς αντάλλαγμα.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Καθημερινής, η Ευρωζώνη περιμένει από την Αθήνα την υλοποίηση των μέτρων για τα οποία δεσμεύθηκε ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης με την επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο του Eurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ, στις 23 Φεβρουαρίου.
Με εκείνη την επιστολή, ο κ. Βαρουφάκης δεσμευόταν, μεταξύ άλλων, ότι θα κάνει αλλαγές στον ΦΠΑ, καταργώντας εξαιρέσεις και ειδικά καθεστώτα, θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Εσόδων, θα περιορίσει τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, θα προχωρήσει σε συγχωνεύσεις ασφαλιστικών φορέων, θα ενισχύσει τη σχέση μεταξύ εισφορών και παροχών, θα συνεχίσει τις ιδιωτικοποιήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη κ.ά.
Επίσης, η Ευρωζώνη θεωρεί ότι όλα αυτά αποτελούν μέρος του προγράμματος και η υλοποίησή τους, που θα αξιολογείται και θα πιστοποιείται από την τρόικα (άλλως θεσμοί), είναι προαπαιτούμενο για τη συνέχιση της χρηματοδότησης.
Η κυβέρνηση, από την άλλη, θεωρεί ότι εφαρμόζοντας ένα μέρος από αυτά –το πιο ανώδυνο– δικαιούται κάποιας μορφής χρηματοδότηση, ώστε να μη χρεοκοπήσει το κράτος έως τον Ιούνιο, όταν θα ολοκληρώνονται οι συζητήσεις για το επόμενο πρόγραμμα.
Ετσι, στη νέα επιστολή Βαρουφάκη προς τον κ. Ντάισελμπλουμ, ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας, όχι απλώς δεν υπάρχει εξειδίκευση των μέτρων για τα οποία είχε δεσμευτεί με την προηγούμενη, αλλά επίσης τα περισσότερα και πιο ουσιαστικά απουσιάζουν εντελώς.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις ευφάνταστες ιδέες για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής με τις νοικοκυρές και τους τουρίστες που θα δουλεύουν ως «μυστικοί εφοριακοί» έχουν προκαλέσει θυμό, αγανάκτηση και θυμηδία από την πλευρά των εταίρων και πλήρη κατάρρευση της αξιοπιστίας της Αθήνας. Σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο, υπήρξε κράτος-μέλος που πρότεινε να μην περιληφθεί το θέμα της Ελλάδας στην ατζέντα του Eurogroup.
Κι ενώ η Αθήνα φαίνεται να ακολουθεί μια παρελκυστική τακτική, ο χρόνος δουλεύει εναντίον της, καθώς κάθε μέρα που περνάει βρίσκεται όλο και πιο κοντά στη χρεοκοπία, αφού εξαντλούνται τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου.
Με βάση τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, το Δημόσιο χρειάζεται περίπου 1 δισ. ευρώ, πλέον των εκτιμώμενων εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, για να καλύψει το σύνολο των βασικών υποχρεώσεών του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Οι εναλλακτικές που έχει είναι ελάχιστες και απελπιστικά βραχυπρόθεσμες.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, διά του προέδρου της Μάριο Ντράγκι, κατέστησε σαφές με τον πιο επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν προτίθεται να επιτρέψει στις τράπεζες να αυξήσουν τα δάνειά τους προς το Δημόσιο, αγοράζοντας περισσότερα έντοκα γραμμάτια από αυτά που έχουν ήδη στο χαρτοφυλάκιό τους.
Η κυβέρνηση έχει ήδη δεσμεύσει όποια ταμειακά διαθέσιμα δημοσίων φορέων μπορούσε, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για βραχυχρόνιο δανεισμό μέσω repos. Εχει πάρει ήδη 250 εκατ. ευρώ από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, 450 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (προκαλώντας την αντίδραση του Μόνιμου Μηχανισμού Εποπτείας της ΕΚΤ) και 144 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
Επίσης, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Μάρδας έχει δώσει εντολή να σταματήσει η πληρωμή οποιασδήποτε άλλης δαπάνης πλην των απολύτως αναγκαίων, δηλαδή μισθών και συντάξεων. Η εξόφληση υποχρεώσεων αναβάλλεται από τον ένα μήνα στον άλλο.
Ακόμη κι έτσι, όμως, υπάρχει ακόμη μια τρύπα που εκτιμάται σε 1 δισ. ευρώ περίπου και υπό την προϋπόθεση ότι αναχρηματοδοτούνται τα έντοκα που λήγουν. Ωστόσο και αυτό το τελευταίο δεν είναι δεδομένο.
Η εντολή της ΕΚΤ προς τις τράπεζες είναι να αναχρηματοδοτήσουν όχι το σύνολο των εντόκων που αγόρασαν κατά την έκδοσή τους, αλλά αυτά που είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους στις 18 Φεβρουαρίου. Κάποιες, όμως, έχουν πουλήσει στο μεταξύ ένα μέρος. Για παράδειγμα, αυτό τον μήνα λήγει η έκτακτη έκδοση 3μηνων εντόκων 1,6 δισ. ευρώ, που είχε πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο και είχε καλυφθεί στο σύνολό της από τις ελληνικές τράπεζες.
Σήμερα, αυτές έχουν στην κατοχή τους το 1,3 δισ. Τα υπόλοιπα 300 εκατ. τα πούλησαν πριν από τις 18/2 και σύμφωνα με την οδηγία της ΕΚΤ δεν μπορούν να τα αναχρηματοδοτήσουν. Είναι μια επιπλέον «τρύπα» 300 εκατ. ευρώ.
Το Γενικό Λογιστήριο προσπαθεί να πείσει την ΕΚΤ, με τη βοήθεια της Κομισιόν, να επιτρέψει στις τράπεζες να αναχρηματοδοτήσουν και τα 300 εκατ. ευρώ που πούλησαν, αλλιώς η τρύπα μεγαλώνει και η μόνη εναλλακτική που έχει είναι να καταφύγει στον δανεισμό από τα ρευστά διαθέσιμα που έχουν κυρίως ασφαλιστικά ταμεία και ο ΟΑΕΔ στις εμπορικές τράπεζες.
Ωστόσο, αυτός ο δανεισμός ενδέχεται να είναι υποχρεωτικός, δηλαδή να γίνει με νομοθετική ρύθμιση, δεδομένου ότι οι διοικήσεις των Ταμείων αρνούνται προς το παρόν να συναινέσουν.
Ακόμη κι έτσι, πάντως, η κυβέρνηση θα περάσει τον κάβο του Μαρτίου, στη διάρκεια του οποίου είχε υποχρεώσεις ύψους 2,5 δισ. ευρώ, περίπου, για την εξυπηρέτηση του χρέους (το 1,5 δισ. ήταν δόσεις προς το ΔΝΤ), αλλά θα βρεθεί και πάλι με ταμειακό έλλειμμα τον Απρίλιο.
Τον επόμενο μήνα οι υποχρεώσεις προς το εξωτερικό για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι μόλις 615 εκατ. (415 εκατ. δόση προς το ΔΝΤ και 200 εκατ. ευρώ τόκοι). Αυτό σημαίνει ότι ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμών θα αφορά υποχρεώσεις προς το εσωτερικό, μισθούς και συντάξεις.
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επείγεται να περάσει την έκτακτη ρύθμιση οφειλών, προκειμένου να μαζέψει όσο περισσότερα έσοδα μπορεί μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Καθημερινής, η Ευρωζώνη περιμένει από την Αθήνα την υλοποίηση των μέτρων για τα οποία δεσμεύθηκε ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης με την επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο του Eurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ, στις 23 Φεβρουαρίου.
Με εκείνη την επιστολή, ο κ. Βαρουφάκης δεσμευόταν, μεταξύ άλλων, ότι θα κάνει αλλαγές στον ΦΠΑ, καταργώντας εξαιρέσεις και ειδικά καθεστώτα, θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Εσόδων, θα περιορίσει τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, θα προχωρήσει σε συγχωνεύσεις ασφαλιστικών φορέων, θα ενισχύσει τη σχέση μεταξύ εισφορών και παροχών, θα συνεχίσει τις ιδιωτικοποιήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη κ.ά.
Επίσης, η Ευρωζώνη θεωρεί ότι όλα αυτά αποτελούν μέρος του προγράμματος και η υλοποίησή τους, που θα αξιολογείται και θα πιστοποιείται από την τρόικα (άλλως θεσμοί), είναι προαπαιτούμενο για τη συνέχιση της χρηματοδότησης.
Η κυβέρνηση, από την άλλη, θεωρεί ότι εφαρμόζοντας ένα μέρος από αυτά –το πιο ανώδυνο– δικαιούται κάποιας μορφής χρηματοδότηση, ώστε να μη χρεοκοπήσει το κράτος έως τον Ιούνιο, όταν θα ολοκληρώνονται οι συζητήσεις για το επόμενο πρόγραμμα.
Ετσι, στη νέα επιστολή Βαρουφάκη προς τον κ. Ντάισελμπλουμ, ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας, όχι απλώς δεν υπάρχει εξειδίκευση των μέτρων για τα οποία είχε δεσμευτεί με την προηγούμενη, αλλά επίσης τα περισσότερα και πιο ουσιαστικά απουσιάζουν εντελώς.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τις ευφάνταστες ιδέες για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής με τις νοικοκυρές και τους τουρίστες που θα δουλεύουν ως «μυστικοί εφοριακοί» έχουν προκαλέσει θυμό, αγανάκτηση και θυμηδία από την πλευρά των εταίρων και πλήρη κατάρρευση της αξιοπιστίας της Αθήνας. Σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο, υπήρξε κράτος-μέλος που πρότεινε να μην περιληφθεί το θέμα της Ελλάδας στην ατζέντα του Eurogroup.
Κι ενώ η Αθήνα φαίνεται να ακολουθεί μια παρελκυστική τακτική, ο χρόνος δουλεύει εναντίον της, καθώς κάθε μέρα που περνάει βρίσκεται όλο και πιο κοντά στη χρεοκοπία, αφού εξαντλούνται τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου.
Με βάση τις εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, το Δημόσιο χρειάζεται περίπου 1 δισ. ευρώ, πλέον των εκτιμώμενων εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού, για να καλύψει το σύνολο των βασικών υποχρεώσεών του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Οι εναλλακτικές που έχει είναι ελάχιστες και απελπιστικά βραχυπρόθεσμες.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, διά του προέδρου της Μάριο Ντράγκι, κατέστησε σαφές με τον πιο επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν προτίθεται να επιτρέψει στις τράπεζες να αυξήσουν τα δάνειά τους προς το Δημόσιο, αγοράζοντας περισσότερα έντοκα γραμμάτια από αυτά που έχουν ήδη στο χαρτοφυλάκιό τους.
Η κυβέρνηση έχει ήδη δεσμεύσει όποια ταμειακά διαθέσιμα δημοσίων φορέων μπορούσε, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για βραχυχρόνιο δανεισμό μέσω repos. Εχει πάρει ήδη 250 εκατ. ευρώ από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, 450 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (προκαλώντας την αντίδραση του Μόνιμου Μηχανισμού Εποπτείας της ΕΚΤ) και 144 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
Επίσης, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Μάρδας έχει δώσει εντολή να σταματήσει η πληρωμή οποιασδήποτε άλλης δαπάνης πλην των απολύτως αναγκαίων, δηλαδή μισθών και συντάξεων. Η εξόφληση υποχρεώσεων αναβάλλεται από τον ένα μήνα στον άλλο.
Ακόμη κι έτσι, όμως, υπάρχει ακόμη μια τρύπα που εκτιμάται σε 1 δισ. ευρώ περίπου και υπό την προϋπόθεση ότι αναχρηματοδοτούνται τα έντοκα που λήγουν. Ωστόσο και αυτό το τελευταίο δεν είναι δεδομένο.
Η εντολή της ΕΚΤ προς τις τράπεζες είναι να αναχρηματοδοτήσουν όχι το σύνολο των εντόκων που αγόρασαν κατά την έκδοσή τους, αλλά αυτά που είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους στις 18 Φεβρουαρίου. Κάποιες, όμως, έχουν πουλήσει στο μεταξύ ένα μέρος. Για παράδειγμα, αυτό τον μήνα λήγει η έκτακτη έκδοση 3μηνων εντόκων 1,6 δισ. ευρώ, που είχε πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο και είχε καλυφθεί στο σύνολό της από τις ελληνικές τράπεζες.
Σήμερα, αυτές έχουν στην κατοχή τους το 1,3 δισ. Τα υπόλοιπα 300 εκατ. τα πούλησαν πριν από τις 18/2 και σύμφωνα με την οδηγία της ΕΚΤ δεν μπορούν να τα αναχρηματοδοτήσουν. Είναι μια επιπλέον «τρύπα» 300 εκατ. ευρώ.
Το Γενικό Λογιστήριο προσπαθεί να πείσει την ΕΚΤ, με τη βοήθεια της Κομισιόν, να επιτρέψει στις τράπεζες να αναχρηματοδοτήσουν και τα 300 εκατ. ευρώ που πούλησαν, αλλιώς η τρύπα μεγαλώνει και η μόνη εναλλακτική που έχει είναι να καταφύγει στον δανεισμό από τα ρευστά διαθέσιμα που έχουν κυρίως ασφαλιστικά ταμεία και ο ΟΑΕΔ στις εμπορικές τράπεζες.
Ωστόσο, αυτός ο δανεισμός ενδέχεται να είναι υποχρεωτικός, δηλαδή να γίνει με νομοθετική ρύθμιση, δεδομένου ότι οι διοικήσεις των Ταμείων αρνούνται προς το παρόν να συναινέσουν.
Ακόμη κι έτσι, πάντως, η κυβέρνηση θα περάσει τον κάβο του Μαρτίου, στη διάρκεια του οποίου είχε υποχρεώσεις ύψους 2,5 δισ. ευρώ, περίπου, για την εξυπηρέτηση του χρέους (το 1,5 δισ. ήταν δόσεις προς το ΔΝΤ), αλλά θα βρεθεί και πάλι με ταμειακό έλλειμμα τον Απρίλιο.
Τον επόμενο μήνα οι υποχρεώσεις προς το εξωτερικό για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι μόλις 615 εκατ. (415 εκατ. δόση προς το ΔΝΤ και 200 εκατ. ευρώ τόκοι). Αυτό σημαίνει ότι ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμών θα αφορά υποχρεώσεις προς το εσωτερικό, μισθούς και συντάξεις.
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επείγεται να περάσει την έκτακτη ρύθμιση οφειλών, προκειμένου να μαζέψει όσο περισσότερα έσοδα μπορεί μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.